Ξ: – ΚΣ:
κσένου = ξένος
κσένου = ο ξένος
κσέιν = ξένοι
κσίνιε = οι ξένοι
αλ κσένλου = των ξένων
κσιάνε = ξένη
κσιάνα = η ξένη
κσένι = ξένες
αλ κσίνιλου = των ξένων
κσενιτιάου = η ξενιτιά
του κσένι = στα ξένα
σκσενιτεπσί = ξενιτεύτηκε