Νεπότου – εγγονός, ανιψιός

νεπότου   =  εγγονός,  ανιψιός

νοπότου = ο εγγονός, ο ανιψίός

νιπότς     = εγγονοί,  ανίψια

νιπότσιε = οι εγγονοί, τα εγγόνια

αλ  νιπότλου=των εγγονών,  των ανιψιών

 

νεπότε        = εγγονή,  ανιψιά 

νιπότιλι      = η εγγονή, η ανιψιά 

νιπότι          = εγγονές,  ανιψιές

νιπότιλι      = οι εγγονές,  οι  ανιψιές

αλ νιπότιλου= των εγγονών,  των ανιψιών

 

εγγονός, ο (εν-γόνος)· ό,τι και σήμερον, υιός υιού ή θυγατρός II έκγονος, απόγονος                (ΛΑΕΓ –Ιωαν,Στ.).

 

και:

νέποδες, -ων, οἱ· ἀρχαία ἐπική λέξις· τέκνα, παῖδες.

Ἐτυμ.: ἐν Ὀδυσ. Δ 404 «φῶκαι νέποδες καλῆς Ἀλοσύδνης» (πιθαν = τά τέκνα, τά νεογνά, τῆς καλῆς Ἀλοσ.).- Κατά τινας  νέποδες <νεπε-πόδες κατά συλλαβικήν ἀπλολογίαν ἡ ἀρχ. ἐτυμ. και ἑρμην. ἐκ τοῦ νέωνήχω, νηξίποδες (οἰ διά τῶν ποδῶν κολυμβῶντες, οἱ νηκτικούς πόδας ἒχοντες) εἶναι ὀρθή. πρβλ. σανσκρ. snαpάyati (ἀρδεύω), snάpαnα-h (ὓδωr χρησιμεύων διά λουτρόν)· ἐνταῦθα δ’ ἲσως ἀνήκει καί  τό λατ. Neptunus, τῆς  ῥ.*snep- οὒσης ἐπεκτάσεως τῆς  ῥ.  sna-,  τῆς ἐν τῷ λατ. nãre (νήχομαι), βλ. ἐν λ. νήχω.     ( ΛΑΕΓ-Ιωάν.Στ.))

 

Ο Ευστάθιος λέγει: «νέπους ήτο, κατά γλώσσαν τίνα, ο απόγονος». Εννοείτε κατά την γλώσσα που ομιλούσαν κάποτε, πριν την κλασική εποχή.

Πρέπει να αναρωτηθεί κάποιος, πώς και γιατί επέζησε η λέξη αυτή στο γλωσσικό ιδίωμα των Aρειμενίων (Bλάχων).

Και προκειμένου να αποφασίσει, δεν χρειάζεται τίποτα άλλο, παρά να προσεγγίσει την γεννήτορα μητρική πανάρχαια Ελληνική γλώσσα.

 

Επίσης βλ. και:

 

ἀνεψιά, ἡ, θηλ. τοῦ ἀνεψιός.  ἐξαδέλφη, (ἤ μτγν. καί ἀνιψιά, ὡς καί νῦν.

ἀνεψιαδῆ, ἡ. θυγάτηρ πρώτου ἐξάδελφουἤ πρώτης ἐξαδέλφης θυλ. του ἐπόμ.).

ἀνεψιαδοῦς, -οῦ, ὁ. υἱός τοῦ  πρώτου ἐξάδελφου (ἤ πρώτης ἐξαδέλφης), ἐκ τοῦ

ἈΝΕΨΙΟ’Σ, ὁ. πρῶτος ἐξάδελφος, γεν. ἐξάδελφος (μτγν. ἀνεψιός, ὡς καί νῦν).

Ἐτυμ.: ἐκ ῥ. νεπ-:  ἀ-νεψ-ιός (α-ἁθροιστ.), πρβλ. νέποδες = ἀπόγονοι- πρβλ. λατ. nepos, neptis – σανσκρ. napãt, naptar- ἀπόγονος, θηλ. naptì = θυγάτηρ, ἐγγονή -Ζενδ. naptar, napat = ἀπόγονος, θηλ. napt-i = σνγγένεια, napiya = οἱκογένεια  – Γοτθ. nith-jis  ἀρσ., nith-jô  θηλ. = συγγενής  – παλ-γερμ. nefo,  niftila   – παλ-λιθ. nepotis (ἀνεψιός, ἒγγονος),  neptis (= ἒγγονος)· Ἰαπ. *anèpōtios.                                                 (ΛΑΕΓ/ΙΣ)

 

Νέποδες: απόγονοι

Όπως αναφέρεται παραπάνω, από την ρίζα  νεπ-  προέρχεται η λέξη νέποδες, που σημαίνει απόγονοι.

Η λέξη νέποδες διαβάστηκε:

νέποδες = ενεπδεός = ανεψιός·   ( πδ = πσ = ψ, όπως οδμή=οσμή.))

νέποδες = ενδονός = εγγονός,  (νδ=γγ,  επόδονοε = απόγονοι· δ=γ, όπως μέρδω=μέλγω,   πνοπεδόνον = προπατόρων.

 

Ολικά:

νέποδες:  ενεπδεός, ενδονός, επόδονοε, πνοπεδόνον =

                   ανεψιός,  εγγονός, απόγονοι, προπατόρων.

 

Νέποδες: απόγονοι,

¨Όπως  μας φανερώνει το « ΛΑΕΓ-Ιωάν. Στ. »

Οι Αρειμένιοι (Βλάχοι) έχουν ακόμα ζωντανές στο γλωσσικό τους ιδίωμα ελληνικές αρχαϊκές λέξεις όπως:

 νεπότου (= εγγονός, ανιψιός), νεπότς (= εγγόνια,  ανίψια),

 νεπότε  (= εγγονή, ανιψιά),    νεπόι  (= εγγονές,  ανιψιές),

   Παρ’ όλα αυτά υποστηρίζεται πως η «γλώσσα» των Αρειμενίων (Βλάχων)  είναι  ένα λατινογενές γλωσσικό ιδίωμα!  Κι αυτό διότι εξετάζεται ο πολιτισμός των Ελλήνων με το νεοελληνικό περιτύλιγμα, συμβατικά, όπως βολεύει τους επικυρίαρχους, την εξουσία.

Η αλήθεια δεν αποκαλύπτεται, διότι η αλήθεια κρύβεται πίσω από αυτό που φαίνεται, βρίσκεται κάτω από το νεοελληνικό περιτύλιγμα.]

Λέξεις με το γράμμα