Πρόλογος – Οι Έλληνες Αρειμένιοι (Βλάχοι) και η κρυμμένη αλήθεια

Όταν μου προτάθηκε να προλογίσω το βιβλίο του κ. Αριστέα Γραμμόζη «Οι Έλληνες Αρειμένιοι Βλάχοι και η κρυμμένη αλήθεια», ομολογώ ότι απόρησα για την «κρυμμένη αλήθεια» του τίτλου. Απ’ το πρώτο ξεφύλλισμα κατάλαβα ότι πρόκειται για μια μελέτη του Γλωσσικού ιδιώματος των «Βλάχων», όπως συνηθίζεται να λέγονται οι φατρίες των Ελλήνων Αρειμενίων και η κρυμμένη αλήθεια, την οποία, με πολλή επιμέλεια και τεκμηρίωση, αποκαλύπτει ο συγγραφέας, είναι η ελληνικότητα του βλάχικου γλωσσικού ιδιώματος, το οποίο, «επίσημα», θεωρούν λατινογενές.

Αόριστα είχα στο μυαλό μου ότι φύλα Ελληνικά, τα οποία κατά την διάρκεια και εξ αιτίας των απίστευτων ταλαιπωριών του Γένους των Ελλήνων, απεκόπτοντο απ’ τον κύριο εθνικό κορμό και μιλούσαν με ιδιώματα που οι σύγχρονοι μεν Έλληνες δεν τα αναγνωρίζουν, αλλά όλα έχουν τις ρίζες τους στην πανάρχαια Ελληνική Γλώσσα. Αναφέρω ως παράδειγμα το γλωσσικό ιδίωμα των Ελλήνων του Πόντου, της Κύπρου κ.λπ. Παρόμοια και οι Έλληνες Αρειμένιοι Βλάχοι, άνθρωποι ατίθασοι, ορεσίβιοι, με κοιτίδα την ιερή Ήπειρο, ζούσαν σε απομόνωση στις κορυφές των βουνών, εντός της πατρώας γης, με αποτέλεσμα να διατηρήσουν αυτούσιες λέξεις και φωνήματα της πανάρχαιας Ελληνικής Γλώσσης. Επικρατεί όμως η θεωρία της εκ της λατινικής προελεύσεως του γλωσσικού ιδιώματος των Βλάχων.

Οι Νεοέλληνες, θύματα ενός ανίερου πολιτισμικού Ιμπεριαλισμού, που τον επιβάλλουν με την απελευθέρωση και την επανίδρυση της Ελληνικής Πολιτείας οι εισηγμένοι ηγεμόνες με τα νεοσύστατα τζάκια-τοποτηρητές αλλοτρίων συμφερόντων, που τους πλαισιώνουν και παράλληλα ανάξιοι πολιτικοί και ιδεοκάπηλοι, στέργουν να τους παραχαράσσουν και απεμπολούν τα ιστορικά, πνευματικά, πολιτισμικά και επιστημονικά τους δημιουργήματα και να τους αποξενώνουν απ’ τα πνευματικά και άλλα δικαιώματά τους επ’ αυτών. Η μεγάλη φαλκίδευση θα επιχειρηθεί και θα πραγματοποιηθεί στη Γλώσσα και κατά συνέπεια στην Παιδεία, που επέλεξαν γι’ αυτόν οι δυνάμεις της πνευματικής, πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης και αλλοτρίωσης του Ελληνικού Έθνους.

Κατά καιρούς, διάφορες θεωρίες κυκλοφορούν για λίγο, μια και αντιμετωπίζονται από τη σοβαρή παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Ας θυμηθούμε παραδείγματος χάριν: «οι πλατωνικοί νόμοι είναι του Χαμουραμπί». «Η Αθηνά είναι μαυρούλα, εξ Αφρικής ορμωμένη θεά». «Ο Όμηρος δεν είναι Έλληνας αλλά Οθωμανός ποιητής». Και «το Αλφάβητο, το θεμέλιο της Γλώσσης μας είναι Φοινικικό» κ.λπ.!!!

Το παράδοξο είναι ότι αυτές οι σκόπιμες παραχαράξεις του Είναι, της συνέχειας και της προσφοράς του Ελληνισμού στην ανθρωπότητα, βρίσκουν αρκετούς θιασώτες και ιδεοληπτικούς υποστηρικτές μέσα στον Ελληνικό χώρο. Παλιά και γνωστή η ιστορία· η πονεμένη ιστορία που την περιγράφουμε ως πάλη των δυνάμεων του «Ταυτόν» και των δυνάμεων του «Αλλοτριομορφοδίαιτον» σ’ αυτήν τη χώρα· ιδίως από την απελευθέρωση και επανίδρυση της Ελληνικής Πολιτείας.

Αυτό όμως που επιδιώκουν ιδιαίτερα και κατάφεραν είναι τα πλήγματα στην Ελληνική Γλώσσα. Εξ άλλου οι περισσότεροι των συγχρόνων Ελλήνων νομίζουν ότι τα «αρχαία Ελληνικά», όπως τα ονομάζουν, ελάχιστα έως καθόλου σχέση έχουν με τα Ελληνικά που μιλούν. Δυστυχώς αγνοούν, εξαιτίας του απερίγραπτου Εκπαιδευτικού μας Συστήματος, ότι μιλούν στην κυριολεξία «αρχαία Ελληνικά», μέσω της παραγωγής και της σύνθεσης των λέξεων της καθομιλουμένης, αλλά και με αυτούσιες έννοιες και λεκτικά σχήματα της «αρχαίας» ως περιεχόμενα της νέας(;) Ελληνικής.

Η Γλώσσα όμως δεν είναι μόνον απόδειξη της συνέχειας ενός Εθνικού Πολιτισμού. Είναι και ανίχνευση και κατάδειξη της εθνικής προέλευσης κοινωνικών ομάδων.

Τα Βλάχικα, όπως αποκαλούν το Γλωσσικό Ιδίωμα των Ελλήνων Αρειμενίων, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν εξαίρεση στην φαλκίδευση της φύσης του γλωσσικού ιδιώματος, της προέλευσής του και της διαχρονικής παρουσίας και εξέλιξης των Ελλήνων Αρειμενίων Βλάχων.

Παράλληλα με τις προσπάθειες δήθεν ομοεθνών, στην πραγματικότητα «εντεταλμένων πρακτόρων», για δημιουργία ζητήματος βλαχικής μειονότητας στην Ελλάδα (δηλαδή, οι Βλάχοι είναι Ρουμάνοι) προβλήθηκε ως «θέσφατον», «τετελεσμένον» και «έγκυρον» γεγονός η προέλευση του ιδιώματος από τα Λατινο-ρουμάνικα. Το οδυνηρόν είναι ότι οι άνθρωποι που θα έπρεπε να σκύψουν με σοβαρό ερευνητικό βλέμμα στις πρωταρχές και ρίζες του ιδιώματος και να το αναγνωρίσουν βασισμένοι στην Επιστήμη της Γλωσσολογίας, αλλά και τις επιβιώσεις της πρωτογενούς Ελληνικής Γλώσσας στις καθομιλούμενες διαλέκτους της, δυστυχώς είναι κυρίως αυτοί που υπεραμύνονται της επιπολαίας θέσεως της εύκολης λύσης. Δυστυχώς, είναι και αυτοί που εμποδίζουν αρνούμενοι και την όποια συζήτηση ή απορρίπτουν ως μη αξιόπιστα πορίσματα μακροχρόνιας έρευνας, με μέθοδο ασφαλή και χρήση τεράστιας βιβλιογραφίας (εργασίες και λεξικά) για την τεκμηρίωση των πορισμάτων. Προκύπτουν λοιπόν, είναι φυσικό, ερωτήματα όπως:

Γιατί Πανεπιστημιακά Τμήματα Ελληνικής Γλώσσης και Γλωσσολογίας δεν ασχολούνται σοβαρά με τις Ελληνικές διαλέκτους;

Γιατί κάποιοι εκπρόσωποι συλλόγων των Ελλήνων Αρειμενίων Βλάχων αρνούνται οποιαδήποτε διερεύνηση ή συζήτηση για το γλωσσικό τους ιδίωμα;

Γιατί είναι Ελληνική η λέξη Πέφτη αντί για Πέμπτη, Τετράδη αντί Τετάρτη, που τις ακούς ακόμη και σήμερα στην Κρήτη, Κεντρική Ελλάδα και Ήπειρο και δεν είναι Ελληνική η λέξη Βλάχος, από το βληχάομαι, βληχή (= φωνή προβάτων), βλήχημα (φωνή προβατώδης, μωρός);

Ο κ. Μπαμπινιώτης αγνοεί άραγε τις λέξεις βληχάομαι, βληχή και αποδίδει την προέλευση της ονομασίας Βλάχος από το λατινικό Volcae ή κάνει ηθελημένα αυτό που λέει ο Σωκράτης στον Κρατύλο: «ό,τι δεν ξέρουμε, υποστηρίζουμε ότι είναι βαρβαρικόν», δηλαδή ξενικόν;

Η πρωτογενής Ελληνική Γλώσσα έχει τεράστια δύναμη παραγωγής λέξεων και όπως απέδειξε η φιλόλογος Μαρίνα Καραβά-Γαλάνη: «εάν εφαρμοστούν αυτές οι γλωσσικές διαφορές των ελληνικών γραμμάτων στις ξένες γλώσσες, αμέσως διαβάζονται στην Ελληνική Γλώσσα».

Είναι γι’ αυτούς όλους τους λόγους, λοιπόν, που αυτή η πολύχρονη έρευνα του κ. Αριστέα Γραμμόζη έχει τόση αξία, όχι μόνο για την Επιστήμη της Γλωσσολογίας αλλά και για την Ιστορία, την Ανθρωπολογία και τον Πολιτισμό του πανάρχαιου Γένους των Ελλήνων και των γλωσσικών ιδιωμάτων που δημιούργησε σε διάστημα χιλιετιών.

Μαρία Τζάνη

Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών

Αθήνα, Φεβρουάριος 2013